Ubuntu: Καθαρή εγκατάσταση σαν αναβάθμιση

Κάθε φορά που θέλω να περάσω σε μια νέα έκδοση του βασικού μου λειτουργικού, προτιμώ την καθαρή εγκατάσταση. Μόνο έτσι θεωρώ ότι θα έχω τις δυνατότητες που προστέθηκαν και ότι νέο έχει να μου προσφέρει, με όσο γίνεται λιγότερα προβλήματα.

Με δεδομένο ότι το λειτουργικό μου έχει νέα έκδοση κάθε 6 μήνες, θα έπρεπε να περνάω το μισό από αυτό το διάστημα, ρυθμίζοντας και εγκαθιστώντας προγράμματα. Ίσως ακόμα πιο πολύ, μιας και είμαι άτομο της συνήθειας και θέλω τις ίδιες ρυθμίσεις, ανέσεις και προγράμματα σε όλους τους υπολογιστές μου, σε 3 δηλαδή διαφορετικές, εγκαταστάσεις Ubuntu. Αυτό όμως δεν συμβαίνει και συνήθως σε λιγότερο από μια ώρα, από τη στιγμή που αρχίζω την εγκατάσταση, βρίσκομαι στο λειτουργικό μου, ακριβώς όπως το είχα πριν το format.

Οι κινήσεις που ακολουθώ είναι οι παρακάτω:

  1. Τα δεδομένα μου αποθηκεύονται πάντα σε ξεχωριστό partition ή διαφορετικό δίσκο. Μιλάω για αρχεία μουσικής, έγγραφα, ταινίες, φωτογραφίες και ότι άλλο δεν αποτελεί μέρος του λειτουργικού ή των ρυθμίσεών του.
  2. Πριν διαγράψω την παλιά εγκατάσταση, αντιγράφω το αρχείο /etc/apt/sources.list το οποίο περιέχει όλες τις αποθήκες λογισμικού που χρειάζεται το λειτουργικό μου, καθώς και αυτές που έχω προσθέσει εγώ, σε ένα άλλο partition ή δίσκο.
  3. Δίνω στην κονσόλα την εντολή:

    sudo dpkg –get-selections > /home/όνομαuser/package.selections

    για να κρατήσω τη λίστα με όλα τα προγράμματα που έχω εγκαταστήσει κατά καιρούς και την κρατάω εκεί που θα κρατήσω και τα υπόλοιπα στοιχεία του backup. Σε άλλο δίσκο ή partition.

  4. Κάνω φανερά τα κρυφά αρχεία του home μου και επιλέγω τον τρόπο που θέλω να κρατήσω το backup τους. Μια λύση είναι να κρατήσω backup όλο το home. Μια δεύτερη, που την προτιμώ αν και θέλει προσοχή, είναι να κρατήσω μόνο ότι με ενδιαφέρει. Στην περίπτωσή μου είναι οι φάκελοι:  .icons, .themes, .fonts που περιέχουν αντίστοιχα τα εικονίδια, τα θέματα και τις γραμματοσειρές που έχω εγκαταστήσει και οι φάκελοι .mozilla, .mozilla-thunderbird, .Skype, .purlpe, .exaile, .azureus και .filezilla που περιέχουν τις ρυθμίσεις και τα προφίλ μου στα αντίστοιχα προγράμματα. Ανάλογα τις αλλαγές και τα προγράμματα που έχω εγκαταστήσει μπορεί να κρατήσω και το φάκελο .config που περιέχει τις ρυθμίσεις για αρκετά ακόμα προγράμματα, όπως πχ. awn, Last.fm, vlc, transmission κλπ. ή κάποια αρχεία που ίσως έχω αλλάξει, όπως το .bashrc. Και αυτά φυλάγονται σε άλλο partition και όχι σε αυτό που θα γίνει η εγκατάσταση.

Αφού σιγουρευτώ ότι δεν ξέχασα κάτι από τα παραπάνω, προχωράω στην καθαρή εγκατάσταση. Μόλις τελειώσει ξεκινάει η επιχείρηση της δημιουργίας του αντίγραφου του λειτουργικού που είχα πριν μισή ώρα:

  1. Αντιγράφω στο /etc/apt το αρχείο sources.list που είχα κρατήσει. Αντικαθιστώ τη λέξη που φανερώνει την έκδοση, με αυτή που ισχύει τώρα. Στην τελευταία εγκατάσταση αντικατέστησα σε όλο το αρχείο τη λέξη gutsy με τη λέξη intrepid.
  2. Αντιγράφω το αρχείο package.selections στο home μου και δίνω στην κονσόλα τα παρακάτω:

    sudo apt-get update
    sudo dpkg –set-selections < /home/όνομαuser/package.selections
    sudo apt-get dselect-upgrade

  3. Όταν τελειώσει η εγκατάσταση, αντιγράφω τα αρχεία του home που είχα κρατήσει backup, κρυφά και φανερά, στο νέο μου home. Κάνω logout και login ή restart αν η αναβάθμιση πρόσθεσε καινούριο kernel και θέλω να χρησιμοποιήσω αυτόν.

Την επόμενη φορά που θα κάνω σύνδεση, θα βρεθώ στη νέα έκδοση του λειτουργικού, μόνο που το περιβάλλον, η εμφάνιση, τα προγράμματα και οι ρυθμίσεις, είναι αυτές ακριβώς που είχα πριν.

12 thoughts on “Ubuntu: Καθαρή εγκατάσταση σαν αναβάθμιση

  1. Πραγματικά πολύ καλό:) Πέρασα στο MacBook μου πρόσφατα το 8.10, αφορμή λόγω Σχολής, όταν χρειαστεί να το ξηλώσω θα κάνω την ίδια πατέντα:)

    Added to del.icio.us!:oneup:

  2. Πολύ ωραία :). Ένα προβληματάκι είναι ότι το dpkg --set-selections επιστρέφει όλα τα πακέτα που είναι εγκατεστημένα στο σύστημα. Μόνο λίγα από αυτά είναι τα προγράμματα που σε ενδιαφέρουν και τα υπόλοιπα είναι εξαρτήσεις που έχουν εγκατασταθεί αυτόματα. Οι εξαρτήσεις ενδεχομένως να έχουν αλλάξει και πολλές βιβλιοθήκες να είναι πλέον περιττές ή μη διαθέσιμες.

    Αυτό μπορείς να το αποφύγεις με την «auto installed» ιδιότητα των πακέτων και τα search patterns του aptitude. Με κάτι σαν

    $ aptitude search ‘~i !~M’ –disable-columns | awk ‘{print $2}’ > installed-pkgs

    μπορείς να βρεις τα ονόματα των πακέτων που είναι μεν εγκατεστημένα αλλά όχι αυτόματα. Ακόμα καλύτερα, με

    $ aptitude search ‘~i !~M !(~prequired | ~pimportant)’ –disable-columns | awk ‘{print $2}’ > installed-pkgs

    μπορείς να εξαιρέσεις τα πακέτα που αποτελούν μέρος του βασικού συστήματος και θα έχει ήδη φροντίσει να εγκαταστήσει ο installer. Μετά τα εγκαθιστάς εύκολα στο νέο σύστημα με

    aptitude install `cat installed-pkgs`

    Αυτά δουλεύουν με επιτυχία στα Debian συστήματά μου. Δεν έχω λόγο να πιστέψω ότι δεν θα δουλεύουν και σε Ubuntu, με τη μόνη διαφορά ότι συνήθως δεν ξεκινάτε με μινιμαλιστικό σύστημα και πολλά πακέτα θα είναι auto-installed χωρίς παρέμβαση του χρήστη.

  3. Εξαιρετικά ενδιαφέρον Βασίλη, ευχαριστώ. 🙂
    Θα το δω οπωσδήποτε γιατί αντιμετώπιζα το συγκεκριμένο θέμα και λόγω δικής μου άγνοιας το μισοέλυνα με ημίμετρα, πχ. autoremove κατόπιν εορτής. Είχα σχεδόν αποδεχτεί ότι η ευκολία έχει το κόστος της, που στην περίπτωση του ubuntu είναι ένα σχετικά bloated, αρχικό σύστημα που απλά το επιβαρύνω και γω λίγο παραπάνω.

    Είμαι σίγουρη ότι θα δουλέψει. Ότι και να έχω δοκιμάσει από την debian εποχή μου στο ubu, έχει βγει με τη μια.

  4. Άμα ήταν να κάνω κάθε έξι μήνες όλ’ αυτά που περιγράφει η Ειρήνη, θα σταματούσα να χρησιμοποιώ κομπιούτερ και θα ’παιρνα τα βουνά!

    Τί μανούρα είναι αυτή; Δεν παθαίνουν τίποτα οι διανομές! Κι αν έχουν δέκα αρχεία παραπάνω; στον ώμο μας θα τα πάρουμε; 🙂

  5. :harhar:
    Δημήτρη αυτό που περιγράφω είναι 2 αντιγραφές, εκ των οποίων η μια σε πολλούς φακέλους κρατώντας το ctrl, μια εντολή για να κρατήσεις τι έχεις εγκατεστημένο, μια αντικατάσταση λέξης σε ένα κείμενο, η παραπάνω εντολή ξανά import και μια επικόλληση φακέλων για να έχεις όλες τις ρυθμίσεις που είχες πριν. Πέντε κινήσεις για να έχεις ολοκάθαρο και αναβαθμισμένο το λειτουργικό που χρησιμοποιείς, με τις προσωπικές σου ρυθμίσεις 4ever.

    Το πόσο συχνά θα το κάνεις αυτό είναι θέμα επιλογής. Μπορείς να διαλέξεις LTS έκδοση και να κάνεις χρόνια να το χρειαστείς, μπορεί νάσαι καμένος με το νέο λογισμικό και να το κάνεις κάθε 2-3 μήνες που το κάνω εγώ. Ή να σβήνεις το άχρηστο αρχείο των 20Kb και ας έχεις μισό tera δίσκο σχεδόν άδειο. Αυτό είναι άσχετο και έχει να κάνει με την …παράνοια του καθενός με τα pcιά.
    (Κάποτε, τα παλιά χρόνια, μου είχε πει ένας φίλος: «Το μισό να ήταν καθαρό το σπίτι από όσο έχεις τη registry, θα ήσουν η top νοικοκυρά 😛 )
    Και ναι το παραπάνω είναι λίγες οι διανομές που μπορείς να το κάνεις. Αν χρησιμοποιείς πχ. gentoo δεν το χρειάζεσαι καν, αν χρησιμοποιείς debian based διανομή έχεις ελπίδες και αν χρησιμοποιείς κάτι άλλο, συμπεριλαμβάνονται τα παραθύρια και τα αιλουροειδή… ναι είναι καιρός να πάρεις τα βουνά. 😛

    stav είναι μια λύση, αλλά περνούσα πολύ καιρό στο να κάνω να δουλέψουν τα αυτονόητα κάθε τρεις και λίγο, άρα ακατάλληλη για ένα άτομο που κάνει συνέχεια εγκαταστάσεις (από επιλογή) και θέλει όσο λιγότερα προβλήματα από το ξεκίνημα και όσο περισσότερα να παίζουν out of the box.
    Για πειραματισμό μέσα… Μέχρι reactOS βάζω που λέει ο λόγος, να χαρεί και ο «άλλος» που τόχει καημό, αν μου λείψει η αξεπέραστη αισθητική των win98 😛

  6. Παράθεμα: Thoughts on Ubuntu 8.10 | apas.gr

Αφήστε απάντηση στον/στην saperduper Ακύρωση απάντησης